Έθιμα του γάμου

Στο χωριό μας ο γάμος εθεωρείτο και θεωρείται και σήμερα κορυφαίο και ευτυχές γεγονός όχι μόνο για τους νεόνυμφους και τις οικογένειές τους, αλλά για ολόκληρο το χωριό και τα περίχωρα ακόμη.

Παλαιότερα η γνωριμία των νεόνυμφων γινότανε με προξενιό. Το δικαίωμα εκλογής των συζύγων των παιδιών είχαν οι γονείς. Μέγιστη υποχρέωση του πατέρα ήταν να βρει για την κόρη καλό και άξιο γαμπρό. Εκείνα τα χρόνια για προξενιά πήγαινε ο πατέρας του γαμπρού ή της νύφης ή κάποιος στενός συγγενείς τους, τον οποίο εξουσιοδοτούσαν γι αυτό το σκοπό. Οι προξενητές ήταν άτομα με κοινωνική αναγνώριση κι εκτίμηση και κατάλληλα για το χειρισμό του θέματος. Είχαν ευχέρεια λόγου και μεγάλη πειστικότητα.

Οι νέοι και οι νέες του χωριού μας προτιμούσαν ο σύντροφός τους να είναι συγχωριανός μας ή να κατάγεται έστω από το χωριό μας, επιβεβαιώνοντας έτσι τη λαϊκή ρήση που λέει:https://2.bp.blogspot.com/_6RXm2XVyq_U/TBzby2fwboI/AAAAAAAACtI/dkKQcDvDyQA/s320/%CE%93%CE%91%CE%9C%CE%9F%CE%A3+1.jpg«Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο». Επίσης ήθελαν ο σύντροφός τους να κατάγεται από καλό και μεγάλο σόι, γι αυτό κι έλεγαν: «Πάρε σύντροφο από σόι και σκυλί από μαντρί». Η νύφη, έπρεπε να ‘ναι σεμνή, τίμια, ευγενική, εργατική, καλή νοικοκυρά (να ξέρει ρόκα κι αργαλειό, να ξέρει να υφαίνει) και γενικά να έχει πολλές αρετές.

Του γάμου προηγούντο οι αρραβώνες, που ήταν η περίοδος καλύτερης γνωριμίας των υποψηφίων συζύγων. Οι αρραβώνες γίνονταν πάντα Σαββατόβραδο στο σπίτι της νύφης με παρουσία συγγενών από τις δύο πλευρές. Τις βέρες τις αγόραζε ο γαμπρός και τις «περνούσε» συνήθως ο πατέρας του, αφού τις σταύρωνε πρώτα σε εικόνισμα. Στη συνέχεια ακολουθούσε φαγοπότι με τραγούδια και χορούς μέχρι το πρωί.

Την ημερομηνία του γάμου όριζαν οι γονείς των μελλονύμφων, ανάλογα με τις υποχρεώσεις τους και τις οικονομικές τους δυνατότητες. Κουμπάρος στο γάμο ήταν πάντοτε ο νονός του γαμπρού, ο οποίος συμμετείχε ενεργά σε όλα τα θέματα προετοιμασίας του γάμου. Αλλαγή κουμπάρου γινόταν μόνο με τη συγκατάθεση του νονού και την ευχή του. Τις προσκλήσεις του γάμου (προσκλητήρια) τις έκαναν έγκαιρα και προφορικά.

 

Την Παρασκευή το πρωί γινότανε το άπλωμα και η καταγραφή των προικιών της νύφης. Τα άπλωναν στα μπαλκόνια, στα παράθυρα, πάνω στα κρεβάτια και γενικά σε σημεία που θα ήταν ορατά από όλο τον κόσμο. Όλα ήταν καινούργια και καθαρά και μοσχοβολούσαν. Το απόγευμα της ημέρας αυτής οι γυναίκες του χωριού πήγαιναν στο σπίτι της νύφης και τα έβλεπαν. Έριχναν ρύζι κι εύχονταν να είναι καλορίζικα. Στη συνέχεια τα δίπλωναν και τα τοποθετούσαν πάνω στα μπαούλα.

Το Σάββατο συγγενείς του γαμπρού πήγαιναν με άλογα στο σπίτι της νύφης να πάρουν τα προικιά. Η νύφη, οι γονείς της και οι συγγενείς της τους καλωσόριζαν με χαρές και τραγούδια. Στη συνέχεια ακολουθούσε φαγοπότι και γλέντι και κατόπιν φόρτωναν τα προικιά στα άλογα. Η μάνα της νύφης έδενε στα καπίστρια των αλόγων άσπρα μαντήλια (μεσίνες) και οι συγγενείςhttps://1.bp.blogspot.com/_6RXm2XVyq_U/TBzbjsw0M8I/AAAAAAAACtA/KX51DA3xako/s320/%CE%93%CE%91%CE%9C%CE%9F%CE%A3+2.jpgράντιζαν τα προικιά με κλαδί ελιάς κι εύχονταν καλορίζικα.

Το Σάββατο το βράδυ, τόσο στο σπίτι του γαμπρού όσο και στο σπίτι της νύφης, το γλέντι έφτανε στο αποκορύφωμά του.

Την Κυριακή, στα σπίτια των νεόνυμφων, το φαγοπότι, ο χορός και τα τραγούδια συνεχίζονταν μέχρι την ώρα του γάμου. Αν η νύφη ήταν από άλλο χωριό πήγαιναν με τα άλογα να την πάρουν. Άλογα καλοδιαλεγμένα, με τα πολύχρωμα κιλίμια και ολομέταξες μεσίνες στα καπίστρια να ανεμίζουν, ήταν μια φανταστική οπτική απόλαυση. Ανάμεσα στους νέους που καβαλούσαν τα άλογα ήταν και ο γαμπρός με το καλύτερο άλογο, ζούσε τη μεγάλη τιμή που του γινόταν από όλο αυτόν τον ενθουσιασμένο κόσμο.

Τα νιόπαντρα ζευγάρια επί ένα χρόνο μετά το γάμο τους δεν πήγαιναν σε κηδείες και μνημόσυνα, ούτε έτρωγαν κόλλυβα. Αν κατά τον εκκλησιασμό τους τύχαινε να γίνει κάποιο μνημόσυνο, μόλις άρχιζε, έβγαιναν από την εκκλησία.

Τη Δευτέρα το μεσημέρι, μετά το φαγητό, η νύφη προσέφερε τα δώρα της στα πεθερικά και στα κουνιάδια της και σε όλους τους καλεσμένους κρεμούσε στο πέτο από ένα λευκό μεταξωτό μαντήλι (μεσίνα). Τη Δευτέρα το απόγευμα, οι νεόνυμφοι συνοδευόμενοι από τους συγγενείς του γαμπρού πήγαιναν στη βρύση του χωριού, στη γούρνα της οποίας οι καλεσμένοι έριχναν διάφορα νομίσματα για τη νύφη κι εκείνη τους κερνούσε με μία κανάτα νερό. Εκεί γινόταν και το σχετικό κατάβρεγμα ή «μπουγέλωμα», όπως το λένε σήμερα.

Την επόμενη Κυριακή του γάμου και την μεθεπόμενη γινόντουσαν τα «πιστρόφια». Πήγαιναν δηλαδή τη νύφη στο σπίτι του πατέρα της, όπου γινόταν και ένα σχετικό γλέντι.

Στα γλέντια των αρραβώνων και του γάμου κυρίαρχο ρόλο είχαν τ τα τραγούδια που τραγουδούσαν οι καλεσμένοι. Στα τραγούδια του γάμου συγκαταλέγονται όλα τα τραγούδια που λέγονταν από τους αρραβώνες μέχρι την επιστροφή της νύφης στο σπίτι της (πιστρόφια). .

 

Πηγή: Από το βιβλίο του Λεωνίδα Γ. Θεοχάρη «ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΟΡΕΙΝΗΣ ΤΡΙΦΥΛΙΑΣ».